παραποίησις

παραποίησις
παραποίησις
imitation
fem nom sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • παραποιήσει — παραποίησις imitation fem nom/voc/acc dual (attic epic) παραποιήσεϊ , παραποίησις imitation fem dat sg (epic) παραποίησις imitation fem dat sg (attic ionic) παραποιέω make falsely aor subj act 3rd sg (epic) παραποιέω make falsely fut ind mid 2nd… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παραποιήσεις — παραποίησις imitation fem nom/voc pl (attic epic) παραποίησις imitation fem nom/acc pl (attic) παραποιέω make falsely aor subj act 2nd sg (epic) παραποιέω make falsely fut ind act 2nd sg παραποιέω make falsely aor subj act 2nd sg (epic) παραποιέω …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παραποιήσεσι — παραποίησις imitation fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παραποίησιν — παραποίησις imitation fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παραποίηση — η / παραποίησις, ήσεως, ΝΜΑ [παραποιώ] παράνομη, δόλια απομίμηση, νόθευση (α. «παραποίηση γραμματοσήμων» β. «παραποίηση νομίσματος» παραχάραξη νομίσματος) νεοελλ. διαστρέβλωση, αλλοίωση («παραποίηση τής αλήθειας») μσν. αρχ. μικρή μεταβολή, ελαφρά …   Dictionary of Greek

  • παραποιήσεων — παραποιήσεω̆ν , παραποίησις imitation fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παραποιήσεως — παραποιήσεω̆ς , παραποίησις imitation fem gen sg (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”